Νοθευμένα καύσιμα σε Στρατό και ΕΛ.ΑΣ.


Το ύψος των διαφυγόντων δασμών εκτιμάται στα 2 δισ. ευρώ ετησίως

Νοθεία καυσίμων αποκαλύπτουν έλεγχοι στις δεξαμενές των Ενόπλων Δυνάμεων. Σχετικός φάκελος κατετέθη χθες στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής, από τον πρώην υπουργό της Ν.Δ. κ. Γιώργο Σούρλα. Εκθέσεις του Γενικού Χημείου του Κράτους αποκαλύπτουν συγκεκριμένα ότι το πετρέλαιο που καταναλώνουν οι Ένοπλες Δυνάμεις είναι «μη κανονικό», λόγω υψηλής περιεκτικότητας σε θείο. Η χημική σύνθεση των δειγμάτων παραπέμπει όχι σε πετρέλαιο κίνησης, αλλά σε πετρέλαιο θέρμανσης ή ναυτιλιακό diesel, το οποίο είναι αδασμολόγητο και άρα κοστίζει τρεις φορές λιγότερο από το πετρέλαιο κίνησης. Το ύψος των διαφυγόντων δασμών, εάν πράγματι σημειώνεται νοθεία, εκτιμάται στα 2 δισ. ευρώ ετησίως.
Απευθυνόμενος στα μέλη της Επιτροπής ο κ. Σούρλας (σύμβουλος του κ. Α. Σαμαρά σε θέματα διαφάνειας) αποκάλυψε ότι σε δειγματοληψία που ενήργησε την Παρασκευή 13 Μαϊου σε δεξαμενές των στρατιωτικών εγκαταστάσεων Στεφανοβίκειου και Συκουρίου διαπιστώθηκε περιεκτικότητα σε θείο εκατοντάδες φορές υψηλότερη από το κανονικό (900mg/kg αντί 10mg/kg). Η δειγματοληψία έγινε παράτυπα (όπως ομολόγησε ο κ. Σούρλας) και γι’ αυτό δεν υπάρχει γραπτή τεκμηρίωση των αποτελεσμάτων. Δεν ισχύει το ίδιο για τον έλεγχο που διενεργήθηκε στις 30 Νοεμβρίου 2010 στις δεξαμενές του 882 Τάγματος Εφοδιασμού Μεταφορών στη Λάρισα. Έγγραφο με ημερομηνία 7 Ιανουαρίου 2011 της Δ’ Χημικής Υπηρεσίας Θεσσαλονίκης που έκανε την ανάλυση αναφέρει: «Πρόκειται για δείγμα πετρελαίου κίνησης ΜΗ ΚΑΝΟΝΙΚΟ και ΝΟΘΕΥΜΕΝΟ διότι περιέχει θείο 84mg/kg αντί του μέγιστου επιτρεπόμενου για το πετρέλαιο κίνησης 10mg/kg. Πρόκειται για δείγμα πετρελαίου κίνησης ΝΟΘΕΥΜΕΝΟ με πετρέλαιο παράνομης διακίνησης, όπως φαίνεται από το ποσοστό θείου που περιέχει. Τέτοιο πετρέλαιο κίνησης δεν επιτρέπεται να κυκλοφορεί στην εσωτερική αγορά». Παρόμοιες δειγματοληψίες, με τα ίδια ακριβώς συμπεράσματα έχουν γίνει και στο διάστημα 2004-2009. Τον Σεπτέμβριο του 2009, για παράδειγμα, η Νομαρχία Λάρισας πραγματοποίησε ανάλυση σε δείγμα καυσίμου από δεξαμενές της Ελληνικής Αστυνομίας (στην Ελασσόνα) που τροφοδοτούνται από τον Στρατό. Η Χημική Υπηρεσία Θεσσαλονίκης σε έγγραφό της με ημερομηνία 16/12/2009 αναφέρει: «Το δείγμα πετρελαίου κίνησης βρέθηκε ΜΗ ΚΑΝΟΝΙΚΟ και ΝΟΘΕΥΜΕΝΟ διότι βρέθηκε να έχει Solvent Yellow 124 (σ.σ. προστίθεται ως ιχνηθέτης) σε συγκέντρωση 1mg/kg αντί καθόλου και θείο 780mg/kg αντί το πολύ 10mg/kg. Πρόκειται για δείγμα πετρελαίου νοθευμένο με πετρέλαιο θέρμανσης σε ποσοστό 17% τουλάχιστον, όπως προκύπτει από τη συγκέντρωση του Solvent Yellow 124 που περιέχει». Δειγματοληψίες τα έτη 2006, 2005 και 2004 αποκαλύπτουν τροφοδοσία των Ενόπλων Δυνάμεων και άρα ΕΛ.ΑΣ. και Πυροσβεστικής με νοθευμένο καύσιμο. Ενδεικτικά, έκθεση εξέτασης του Γενικού Χημείου του Κράτους με ημερομηνία 4/10/2004 σε δείγμα καυσίμου από δεξαμενές στη Λάρισα διαπιστώνει «δείγμα πετρελαίου ΜΗ ΚΑΝΟΝΙΚΟ διότι βρέθηκε να έχει θείο 1050mg/kg (…). Τέτοιο πετρέλαιο κίνησης δεν επιτρέπεται να κυκλοφορεί στην εσωτερική αγορά».

Στον εισαγγελέα
Τα παραπάνω στοιχεία έχουν εδώ και μήνες τεθεί σε γνώση της πολιτικής ηγεσίας του υπουργείου Εθνικής Άμυνας, ενώ σχετικός φάκελος εστάλη στις 7/6/2010 στον εισαγγελέα του Αρείου Πάγου κ. Ιω. Τέντε. Ο τελευταίος φέρεται (σύμφωνα με τον κ. Σούρλα), να έχει στείλει υπομνήματα στις κατά τόπους Εισαγγελίες, προκειμένου να διερευνήσουν τα καταγγελλόμενα. Δεν έχουν υπάρξει νεότερα, ενώ κατά πληροφορίες, ο εισαγγελέας Λάρισας όπου εντοπίζονται τα περισσότερα κρούσματα νοθείας έχει ενημερώσει (προφορικά) ότι «δεν διαπιστώνεται πρόβλημα στην περιοχή του». Αντίστοιχες καταγγελίες είχαν τεθεί υπ’ όψιν του τότε υπουργού Άμυνας κ. Ευ. Μεϊμαράκη το 2007. Ο τελευταίος είχε παραπέμψει τον φάκελο στον πρώην εισαγγελέα του Αρείου Πάγου κ. Γ. Σανιδά και αυτό με τη σειρά του στον εισαγγελέα του Αναθεωρητικού Δικαστηρίου στρατηγό κ. Δ. Ασδέρη. Το πόρισμα εκείνης της έρευνας δεν έχει δοθεί ποτέ μέχρι σήμερα στη δημοσιότητα. Πληροφορίες αναφέρουν ότι στην πορεία της έρευνας ανώτερα στελέχη του τότε κυβερνώντος κόμματος άσκησαν ισχυρές πιέσεις ώστε το θέμα «να κρατηθεί χαμηλά».